Τιμαίου

Τιμαίου
Τίμαιος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • τιμαίου — τιμαῖος highly prized masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιτίμαιος — ἐπιτίμαιος και ἐπιτιμαῑος, ὁ (Α) (κωμ. παρωνύμιο τού ιστορικού Τιμαίου), αυτός που τού αρέσει να βρίσκει σφάλματα και να κατηγορεί τους άλλους («διά τήν ὑπερβολήν τῆς ἐπιτιμήσεως Ἐπιτίμαιος... ὠνομάσθη», Διόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Παρατσούκλι (παρωνύμιο)… …   Dictionary of Greek

  • Πλάτων — I Έλληνας φιλόσοφος (Αθήνα ή Αίγινα 428/427 π.Χ. – Αθήνα 348/347). Κατά την παράδοση, το αληθινό του όνομα ήταν Αριστοκλής, όπως και του παππού του, και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε Πλάτων, εξαιτίας του πλάτους των ώμων του. Η ζωή του. Γόνος… …   Dictionary of Greek

  • κράντωρ — (3oς αι. π.Χ.). Φιλόσοφος από τους Σόλους της Κύπρου. Μαθητής του Ξενοκράτη στην Ακαδημία, είναι ο πρώτος γνωστός υπομνηματιστής του Τιμαίου του Πλάτωνα. Από τα έργα του, αξιόλογη ήταν μια μικρή πραγματεία Περί πένθους –τη θαύμασε ο στωικός… …   Dictionary of Greek

  • πλάτων — I Έλληνας φιλόσοφος (Αθήνα ή Αίγινα 428/427 π.Χ. – Αθήνα 348/347). Κατά την παράδοση, το αληθινό του όνομα ήταν Αριστοκλής, όπως και του παππού του, και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε Πλάτων, εξαιτίας του πλάτους των ώμων του. Η ζωή του. Γόνος… …   Dictionary of Greek

  • τιμαίος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός από το Ταυρομένιο (Ταορμίνα) της Σικελίας (346 250 π.Χ.). Ο τύραννος των Συρακουσών, Αγαθοκλής, τον εξόρισε, και αυτός πήγε στην Αθήνα, όπου σπούδασε ρητορική και πέρασε εκεί 50 χρόνια της ζωής του. Δεν… …   Dictionary of Greek

  • φιλίσκος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής της Μέσης Κωμωδίας. Το όνομά του βρίσκεται στους καταλόγους των νικητών των Ληναίων γύρω στα 377 π.Χ. Είναι γνωστοί οι τίτλοι των έργων του Διός γοναί, Φιλάργυροι, Θεμιστοκλής κ.ά. 2. Φ. ο Μιλήσιος. Μαθητής… …   Dictionary of Greek

  • φιλοτίμαιος — ὁ, Α απολογητής τού πυθαγορείου Τιμαίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + Τίμαιος] …   Dictionary of Greek

  • Γκιγιόμ ντε Κονς — (Guillaume de Conches, Κονς, Νορμανδία, 1080; – 1150;). Γάλλος φιλόσοφος. Καθηγητής της σχολής της Σαρτρ και συγγραφέας σχολίων στον Τίμαιο και στην Παραμυθία της Φιλοσοφίας του Βοηθίου και δύο πραγματειών για τις αρχές της φιλοσοφίας και τη… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”